>ΣΑΒΒΑΤΟ 23/10 ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

>

ΤΟ ΝΕΟ ΨΗΦΙΑΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: 
ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ
Πρέπει να το καταλάβουμε όλοι. Ακόμη και εκείνοι που συνειδητά κωφεύουν ή χειρότερα έχουν επιλέξει αδιέξοδες, αν όχι «επικίνδυνες για το κύρος του τόπου πρακτικές», όπως απεργίες και συλλογικές διαμαρτυρίες, πρέπει να συνειδητοποιήσουν το αυτονόητο: Η δημοσιονομική, θεσμική και κοινωνική κατάσταση της Χώρας απαιτεί βαθιές, διαρκείς και ριζικές διαρθρωτικές αλλαγές. Σύσσωμοι λοιπόν οι «αναπτυξιακοί» και «δυναμικοί φορείς» της κοινωνίας (ΣΕΒ, εμπορικά, βιομηχανικά και τραπεζικά επιμελητήρια, μεγαλοεπενδυτές και μεγαλοδημοσιογράφοι) έχουν επιδοθεί σε ένα μανιασμένο αγώνα δρόμου να πείσουν όλους εμάς, τους «τεμπέληδες», τους «χαραμοφάηδες», τους «λουφαδόρους», ότι πρέπει να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί, πιο ευέλικτοι… πιο φτωχοί και περισσότερο υποταγμένοι. Άλλωστε το Μνημόνιο και οι πολιτικές που προτείνει η οικονομική ορθοδοξία αποτελούν μονόδρομο. Έχουμε και λέμε λοιπόν: Από τη μια, εκποίηση δημόσιας περιουσίας, απαλλοτριώσεις, συγχωνεύσεις και απολύσεις: ΔΕΚΟ, νοσοκομεία, σχολεία, συγκοινωνίες, επιδοματικές και κοινωνικά ανταποδοτικές πολιτικές πρέπει να αξιολογηθούν, να κοστολογηθούν, να περικοπούν στην καλύτερη ή να καταργηθούν στην χειρότερη. Από την άλλη, φοροαπαλλαγές, περαιώσεις, διευκολύνσεις και επιδοτήσεις: 25+28 δισ. ευρώ στις τράπεζες, φτηνή εργατική δύναμη για τις επιχειρήσεις, ευνοϊκό νομοθετικό περιβάλλον για τους επενδυτές. Γιατί, ως γνωστόν, ο κόσμος ανήκει σε εκείνους που  έχουν οράματα και επιχειρούν. Γιατί οτιδήποτε δεν υπακούει ή αρνείται να υποταχθεί στο νόμο της αξίας πρέπει να εξοβελισθεί στο πυρ το εξώτερον. Προφανώς στον θαυμαστό τούτο κόσμο, έννοιες, όπως «κοινωνικά αγαθά», αν δεν ακούγονται κατάφωρα επικίνδυνες σίγουρα ηχούν παράφωρα γελοίες: Υγεία, Μεταφορές, Ενέργεια, Στέγαση και άλλα τέτοια χαριτωμένα, πρέπει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, να οδηγηθούν στο νεοφιλελεύθερο εκτελεστικό απόσπασμα. Όμως κάτι ξεχάσαμε… α ναι! την Παιδεία! Γιατί άραγε η Παιδεία να έμενε στο απυρόβλητο;

ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΝΕΕΣ ΑΞΙΕΣ ΝΕΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ
Ποιος αλήθεια προοδευτικός άνθρωπος δεν θα υιοθετούσε το σύνθημα που προτάσσει η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας «ΠΡΩΤΑ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ», ιδιαίτερα μάλιστα, όταν το τελευταίο συνεπικουρείται με δράσεις όπως: Δημιουργικότητα, καινοτομία, ανακάλυψη, αυτονομία και αυτενέργεια; Και ποιος εκπαιδευτικός ή γονιός δε θα συγκινούνταν από εξαγγελίες του τύπου: «Ο μαθητής πρέπει  να παίρνει πρωτοβουλίες, να σέβεται το διαφορετικό και να συμβιώνει μαζί του, να αποκτά αυτογνωσία και να αυτοβελτιώνεται»; ή «Το σχολείο μοιάζει σήμερα με χώρο καταναγκαστικού έργου όπου λείπει η χαρά της μάθησης, της έρευνας της ανακάλυψης, της δημιουργίας!!!»; Αφήνοντας ασχολίαστο το ερώτημα για το ποιοι ευθύνονται για ένα τόσο υποτιμημένο και ανεδαφικό σχολείο, αναρωτιόμαστε αν αυτή η τακτική αποδόμησης έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη που αφορά στις «ανεπάρκειες της δημόσιας διοίκησης», στις «άθλιες υπηρεσίες των νοσοκομείων», το «χάλι των συγκοινωνιών»; Τι υποκρύπτεται πίσω από την ενορχηστρωμένη επίθεση ενάντια στο δημόσιο τομέα; Είναι τα πράγματα έτσι όπως τα παρουσιάζουν ότι είναι; Μήπως τελικά πίσω από το παρελκυστικό σύνθημα «ΠΡΩΤΑ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ» επιδιώκεται να καλυφθεί η πραγματικότητα της δρομολογούμενης κατεδάφισης του δημόσιου σχολείου; Ας δούμε λίγο πιο συγκεκριμένα τι διακυβεύεται πίσω από αυτές τις φαινομενικά αθώες και δυνητικά ριζοσπαστικές προθέσεις.
ΜΥΘΟΣ 1.
«Το νέο σχολείο είναι ένα σχολείο χωρίς τοίχους. Ένα σχολείο ανοιχτό στις ιδέες και στην κοινωνία, στη γνώση και το μέλλον, που αξιοποιεί κάθε σύγχρονο εργαλείο. Ο διαδραστικός πίνακας, το ηλεκτρονικό βιβλίο, το ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό διευρύνουν τους ορίζοντες κάθε μαθητή και μαθήτριας, καταργούν τα σύνορα της γνώσης, συνδράμουν στο να ολοκληρώνεται η διαδικασία της μάθησης στο σχολείο»… και πνίγουν μέσα στην άβυσσο της πληροφορίας εξίσου μαθητές και εκπαιδευτικούς, θα προσθέταμε εμείς! Παρόλο που φαίνεται τεχνολογικά προχωρημένη και πιο ελκυστική, μια εκπαιδευτική διαδικασία στην οποία τα
μαθήματα παραδίδονται με ηλεκτρονικούς τρόπους, αυτή η εικόνα είναι  τουλάχιστον επιφανειακή. Είναι αλήθεια ότι η χρήση  των νέων τεχνολογιών μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στον εμπλουτισμό της διδασκαλίας καθώς δίνει τη δυνατότητα εξατομίκευσης του μαθησιακού υλικού και προσαρμογής του στις ανάγκες του χρήστη. Η διαφοροποιημένη όμως διδασκαλία απαιτεί αποκεντρωμένα αναλυτικά προγράμματα, πράγμα που καθιστά τα σχολικά εγχειρίδια, αν όχι ανύπαρκτα, τουλάχιστον επικουρικά. Το ερώτημα λοιπόν  που ανακύπτει, στην περίπτωση που τα τελευταία υποκατασταθούν από ανάλογα ψηφιακά είναι: ποιος φορέας θα είναι εκείνος που θα σχεδιάσει το εκπαιδευτικό λογισμικό; Ποιος θα το διανείμει και με τι περιεχόμενο; Θα έχουν λόγο στην εκπόνηση τους οι εκπαιδευτικοί, η σχολική μονάδα, οι άμεσα ενδιαφερόμενοι ή αντίθετα θα ανατεθεί απευθείας σε εταιρείες που ειδικεύονται στην αρχιτεκτονική τους; Στις ΗΠΑ, για να αναφερθούμε μόνο σε ένα μεμονωμένο επεισόδιο, εκφράστηκαν πολλές αντιδράσεις από την κοινή γνώμη, όταν η Εταιρεία Τηλεπικοινωνιών Whittle μαζί με τις ειδήσεις δημιούργησε και διένειμε ορισμένες διαφημιστικές βιντεοκασέτες που στόχευαν να επηρεάσουν τους μαθητές της έκτης μέχρι και της δωδέκατης τάξης σε περισσότερα από 10.000 σχολεία της Αμερικής. Στο ελληνικό κράτος, το οποίο βρίσκεται υπό καθεστώς δημοσιονομικής επιτήρησης και δαπανά  για την Παιδεία μόλις το 3% του ΑΕΠ, ποιος τελικά θα είναι εκείνος που θα επενδύσει και προφανώς θα  επωφεληθεί από τις νέες τεχνολογίες; Για πες μου, φίλε/η αναγνώστη, ποιος;

ΜΥΘΟΣ 2.
«Με πρωταγωνιστή το μαχόμενο εκπαιδευτικό στην τάξη το νέο σχολείο θα πετύχει τους στόχους του…. Ισχυροποιείται ο ρόλος του εκπαιδευτικού… με πρωτοβουλίες αυτενέργειας και κίνητρα καινοτομίας… με τις γνώσεις που χρειάζεται για να ανταποκριθεί στην υψηλή αποστολή του και με το αντίστοιχο υψηλό κύρος, θέση στην κοινωνία και αμοιβή».
Αναρωτιόμαστε αν οι «μαχόμενοι» εκπαιδευτικοί, θα έπρεπε να γελάνε ή να πάρουν με τις κλωτσιές εκείνους που μας εμπαίζουν. Την προηγούμενη χρονιά οι εκπαιδευτικοί (και όχι μόνο) βίωσαν μια γενναία υποτίμηση των μηνιαίων αποδοχών τους ενώ τίποτε θετικό δεν προοιωνίζεται το αναμενόμενο ενιαίο μισθολόγιο για «το αντίστοιχο υψηλό κύρος, θέση στην κοινωνία και αμοιβή», χωρίς βέβαια να υπολογίζουμε τη λάσπη και τον εξευτελισμό που δέχθηκαν από κανάλια και μεγαλοδημοσιογράφους, επειδή απλώς επέλεξαν να υπηρετήσουν το δημόσιο σχολείο. Αλήθεια πώς ισχυροποιείται ο ρόλος του εκπαιδευτικού, όταν αυτός υποτιμάται ολοένα και περισσότερο; Επιπλέον, αν η κ. υπουργός κόπτεται τόσο πολύ για τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών, μπορεί να μας διαφωτίσει για ποιο λόγο έκοψε στο μισό τις προσλήψεις, προτιμώντας τη λύση των ωρομίσθιων και αναπληρωτών για να καλύψει τα υπάρχοντα κενά, που παρεμπιπτόντως, λόγω και των μαζικών συνταξιοδοτήσεων (γιατί άραγε;), είναι πολλαπλάσια από κάθε άλλη χρονιά; Μήπως τελικά συμφέρει στο δημόσιο σχολείο να απασχολούνται άνθρωποι με συμβάσεις ορισμένου έργου, για συγκεκριμένες ώρες, με εξευτελιστικούς μισθούς, συχνά μεταφερόμενοι από το ένα σχολείο ή το ένα μέρος της Ελλάδας στο άλλο και μόνιμο το άγχος, αν και πότε θα ξαναδουλέψουν; Περιμένεις αλήθεια, φίλε/η αναγνώστη, ότι την αναβάθμιση της παιδείας των παιδιών μας μπορεί να τη χρεωθούν άνθρωποι οι οποίοι κινούνται διαρκώς στο όριο ανάμεσα στην επαγγελματική τους συνείδηση και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια;

ΜΥΘΟΣ 3.
«Κανένα σχολείο και κανένα παιδί δεν αφήνουμε πίσω… Τα παιδιά μας, οι νέοι και οι νέες μας, βρίσκονται μπροστά σε τεράστιες προκλήσεις που αφορούν το μέλλον τους. Για να τις αντιμετωπίσουν με επιτυχία, για να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα, χρειάζονται πολύ ευρύτερες γνώσεις και δεξιότητες απ’ ό,τι χρειάστηκαν ποτέ στο παρελθόν… και αυτό αφορά όλα τα παιδιά χωρίς οικονομικές, πολιτικές, θρησκευτικές ή πολιτισμικές διακρίσεις και ανισότητες»
 Όμως, η  δραματική μείωση των προγραμμάτων ενισχυτικής διδασκαλίας, οι περικοπές στα προγράμματα ένταξης, και στις τάξεις προσαρμογής που αφορούν σχεδόν αποκλειστικά παιδιά μεταναστών και αθίγγανων, οι ελάχιστες προσλήψεις εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, συνηγορούν μάλλον περί του αντιθέτου. Γιατί, αν πραγματικά η κυβέρνηση ενδιαφερόταν για όλους εκείνους στους οποίους τόσο εμφατικά αναφέρεται, οι συμβάσεις των απασχολουμένων στους δημοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς θα είχαν ανανεωθεί και όχι όπως τώρα περικοπεί. Γιατί, αν αυτές οι εξόφθαλμα κίβδηλες εξαγγελίες, γίνονταν ποτέ πράξη, η χρηματοδότηση των σχολείων δεν θα ήταν μειωμένη κατά 70% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ούτε θα έκλειναν τα κέντρα αντισταθμιστικής αγωγής και περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Γιατί οι συγχωνεύσεις τμημάτων, όπου ο αριθμός τους μπορεί πλέον να φτάνει τους 30 μαθητές, όταν δεκαετίες το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών αγωνιζόταν για αξιοπρεπείς αναλογίες 1:20 (ή γιατί όχι και ακόμη χαμηλότερο), πείθει και τον πλέον αδαή ότι το «νέο σχολείο» δεν είναι παρά μια επικοινωνιακή φούσκα. Γιατί αν η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας αντιμετώπιζε πιο σοβαρά την «επένδυση στην Παιδεία που αφορά στο μέλλον της χώρας», δεν θα υπήρχε η ανάγκη, εκπαιδευτικοί, μέσω διαταγμάτων και με περίσσιο τσαμπουκά, να αλλάζουν βαθμίδα, προκειμένου να λειτουργήσουν τα περίφημα 800 ολοήμερα της Διαμαντοπούλου.

ΜΥΘΟΣ 4.
«ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, σε αρμονική σύνδεση με τη Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης. Το νέο σχολείο συνδέεται με τις τοπικές κοινωνίες. Είναι το σχολείο όπου θεσμικό και ουσιαστικό ρόλο έχουν όλοι: οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς, οι ίδιοι οι μαθητές, η τοπική αυτοδιοίκηση. Η νέα διοικητική δομή της Χώρας, αποτελεί την βάση  για μια νέα σχέση παιδείας και τοπικής κοινωνίας, με μεταφορά νέων αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο του Συντάγματος.»
Και το κερασάκι στην τούρτα. Με πρόσχημα την απελευθέρωση του σχολείου από τον σφικτό εναγκαλισμό του κράτους, τη γραφειοκρατία και τον κεντρικό έλεγχο, τα σχολεία αποκεντρώνονται και σταδιακά υπάγονται στις αρμοδιότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης. Έτσι, αν στο παρελθόν, ανάλογα με τις μεθοδεύσεις και τις επιδιώξεις της πολιτικής εξουσίας, διαθέταμε «καλή» ή «κακή» δημόσια εκπαίδευση τώρα θα μιλάμε για «καλά» και «κακά» σχολεία. Πράγματι, αν κρίνουμε από την πορεία που είχαν οι περίφημες «δημοτικές επιχειρήσεις και κοινοπραξίες», μάλλον πρέπει να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί για το μέλλον που επιφυλάσσει η «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» στα σχολεία. Κανείς βέβαια δεν αρνείται τη διαφάνεια και τον έλεγχο, άλλωστε οι σχολικές επιτροπές και οι σύλλογοι γονέων γι’ αυτό το λόγο υπάρχουν. Είναι όμως πολύ διαφορετικό όταν η χρηματοδότηση περνάει στα χέρια των δήμων που θα προκύψουν από τον περίφημο «Καλλικράτη». Γιατί, τι θα συμβεί στην περίπτωση εκείνη, διόλου αμφίβολη στις μέρες μας, που μια δημοτική αρχή χρεοκοπήσει ή αδυνατεί να αποπληρώσει μέρος των δανειακών της υποχρεώσεων; Μήπως και τα σχολεία που ελέγχει περάσουν και αυτά στη φάση της «εκκαθάρισης των περιουσιακών στοιχείων»; Και ποια άραγε «φιλάνθρωπα και ευαγή ιδρύματα» διενεργούν αυτές τις εκκαθαρίσεις; Και αν αυτά τα ιδρύματα, λέμε τώρα, γιατί μπορεί να είναι και επιχειρηματικοί όμιλοι (άλλωστε και αυτοί μέρος της κοινωνίας δεν είναι;), αποκτήσουν τον έλεγχο της εκπαίδευσης, η τελευταία πόσο δωρεάν και δημόσια θα παραμείνει; Σκέψου να δούμε τον Προβόπουλο και την κλίκα του, φίλε αναγνώστη, πρυτάνεις και τους υφισταμένους τους διευθυντές σχολείων. Δεν θα ήταν θαυμάσιο;

ΜΥΘΟΣ 5.
«Η Αυτοαξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου της Σχολικής Μονάδας περιλαμβάνει: 1. Τομείς που αφορούν τα Μέσα και τους Πόρους της Σχολικής Μονάδας (υλικοτεχνική υποδομή, οικονομικοί πόροι, ανθρώπινο δυναμικό, κτλ.)… που αφορούν τη Διοίκηση της Σχολικής Μονάδας (συντονισμός σχολικής ζωής, διαμόρφωση-εφαρμογή σχολικού προγράμματος, αξιοποίηση μέσων και πόρων)… το κλίμα και τις Σχέσεις μεταξύ των παραγόντων της εκπαιδευτικής κοινότητας… τις Εκπαιδευτικές Διαδικασίες (διδακτική διαδικασία, μαθησιακή διαδικασία, αξιολόγηση μαθητών)».
Με μια διαδικασία που “έχει ως στόχο να αναδείξει τη σχολική μονάδα ως βασικό φορέα προγραμματισμού και υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου», το Υπουργείο στην πράξη αναιρεί όλες τις εξαγγελίες του για αποκέντρωση και αυτονομία των σχολείων, καθώς με πρόσχημα την εσωτερική αξιολόγηση καθιστά ακόμη πιο αυστηρό τον κρατικό έλεγχο όχι μόνο απέναντι στους μαθητές αλλά εξίσου σε εκπαιδευτικούς και γονείς. Αλήθεια, ποιο είναι το πλαίσιο, ποιες οι συνθήκες μέσα στις οποίες το κάθε σχολείο θα προγραμματίσει και θα υλοποιήσει όσα προγραμματιστούν; Θα κρίνει κανείς αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο, αυτές τις περιοριστικές συνθήκες λειτουργίας των σχολείων; Θα μιλήσει κανείς για την απαράδεκτη, σε πολλές περιπτώσεις, σχολική στέγη, για τις μειώσεις διορισμών, για τα 25 ή 30 παιδιά στην τάξη, για την έλλειψη τάξεων υποδοχής (ιδιαίτερα εκεί όπου κραυγάζει η ανάγκη δημιουργίας τους), για τις ψαλιδισμένες από το καθηκοντολόγιο αρμοδιότητες του συλλόγου διδασκόντων, για την εντατικοποίηση-επιμήκυνση του σχολικού ωραρίου των μαθητών; Η αξιολόγηση κρίνεται απαραίτητη στο νεοφιλελευθερισμό γιατί νομιμοποιεί και επιταχύνει την απαξίωση του δημόσιου σχολείου προς όφελος της αγοράς εκπαιδευτικών υπηρεσιών επιρρίπτοντας την σχολική αποτυχία αποκλειστικά στους εκπαιδευτικούς. Επιπλέον, λειτουργεί ως ιδεολογικός μηχανισμός του Κεφαλαίου και του Κράτους, καθώς προωθεί τη νέα κουλτούρα της επιχειρηματικότητας και του ανταγωνισμού. Με πρόσχημα την παραγωγή καινοτόμων εκπαιδευτικών προϊόντων, τα σχολεία ωθούνται στον μεταξύ τους ανταγωνισμό για την προσέλκυση χορηγών και πατρόνων.  Όσα τα καταφέρνουν και αξιολογούνται θετικά μπορεί να ελπίζουν στα ψίχουλα του κρατικού προϋπολογισμού. Εκείνα που δεν πειθαρχούν, αντιστέκονται και συνεπώς αξιολογούνται αρνητικά είναι απολύτως ελεύθερα να… κλείσουν.
Φίλε, φίλη,
Πέρα από τους μύθους και τα ευχολόγια, είμαστε οι τελευταίοι που θα υποστηρίξουμε ότι στο σχολείο όλα λειτουργούν άψογα και ότι τα πάντα είναι καλώς καμωμένα. Η αυθαιρεσία, ο αυταρχισμός, η απονέκρωση της διδακτικής πράξης, η αδιαφάνεια αποτελούν παθολογικά συμπτώματα κάθε χειραγωγούμενης από την κεντρική εξουσία εκπαίδευσης. Τα σχολεία συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους και τα περιθώρια αυτονομίας τους είναι από τα πράγματα περιορισμένα, καθώς μέσω της διδακτικής πράξης, η πολιτική εξουσία επιδιώκει την επιβολή της κυρίαρχης ιδεολογίας αλλά και την επίτευξη του επιθυμητού κοινωνικού καταμερισμού εργασίας. Όμως, παρά τις αδυναμίες, τις αντιφάσεις και τις ελλείψεις του, το δημόσιο σχολείο, λόγω ακριβώς του δημόσιου, ανοιχτού χαρακτήρα του, αποτέλεσε τον χώρο για την προώθηση σημαντικών κοινωνικών δικαιωμάτων και διεκδικήσεων.
Σήμερα, ο ρόλος του σχολείου αλλάζει δραματικά: Γιατί, αν στο παρελθόν, το κράτος χρησιμοποίησε τους εκπαιδευτικούς μηχανισμούς για να εμπεδώσει στο συλλογικό φαντασιακό την εθνική κυριαρχία και να αποσπάσει την κοινωνική συναίνεση, σήμερα τους παραδίδει απνευστί στις δυνάμεις της αγοράς προκειμένου να εμπεδωθεί η ιδεολογία και πρακτική της οικονομικής κυριαρχίας. Νέες αξίες, όπως: επιχειρηματικότητα, πρωτοβουλία, καινοτομία, ανταγωνιστικότητα έρχονται να αντικαταστήσουν άλλες παλαιές και φθαρμένες: οικογένεια, έθνος, ελληνισμός, παράδοση.
Όμως τα σχολεία, όπως άλλωστε τα εργοστάσια, οι συγκοινωνίες, τα νοσοκομεία, όλα αυτά που κάποιοι ρομαντικοί επιμένουν να αποκαλούν «κοινωνικό πλούτο» ανήκουν σε εκείνους που τα χρησιμοποιούν και τα δουλεύουν. Ως εκ τούτου: 

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΑΓΑΘΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ 

ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΓΙΑ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ 

ΟΧΙ ΣΤΑ ΑΣΦΥΚΤΙΚΑ ΓΕΜΑΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑΚΑΤΕΡΓΑ ΜΕ ΤΑ ΕΞΑΝΤΛΗΤΙΚΑ ΩΡΑΡΙΑ, 

ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΠΟΥ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΣΕ ΧΟΡΗΓΟΥΣ

ΟΧΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ, ΝΑΙ ΣΤΙΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

    ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ, ΣΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥΣ

      ΣΥΖΗΤΗΣΗ – ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ:
      H αξιολόγηση, ο ανταγωνισμός και ο αποκλεισμός πίσω από το παραμύθι του Ψηφιακού Σχολείου
        
      Σάββατο 23 Οκτώβρη 8.00 μ.μ. στο Τετράγωνο, Ν. Εφέσου 4